Κάστρο Λάρισας, Άργος
ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Η ιστορία των οχυρώσεων στο λόφο της Λάρισας ξεκινά από τους προϊστορικούς χρόνους και φτάνει έως και την περίοδο της ελληνικής επανάστασης του 1821. Ακολουθώντας τη μακραίωνη ιστορία της πόλης του Άργους, από την Προϊστορική Εποχή, αποτελούσε ανέκαθεν οχυρό παρατηρητήριο και ύστατη γραμμή άμυνας της πόλης. Πρώτη φορά το κάστρο αναφέρεται με αφορμή την κατάληψή του το 1203 από το Λέοντα Σγουρό. Μετά το θάνατο του διοικείται από το Θεόδωρο Άγγελο μέχρι το 1212 και στη συνέχεια το κάστρο περνά στα χέρια των de la Roche, δουκών της Αθήνας, και το 1309 στον οίκο των de Brienne. Το 1388 η Μαρία d’ Enghien πουλάει το Άργος και το κάστρο στους Βενετούς αλλά πριν αυτοί εγκατασταθούν, ο Nerio Acciajuoli και ο Δεσπότης Θεόδωρος Α΄ καταλαμβάνουν το κάστρο, αλλά το 1394 το παραδίδει στους Βενετούς. Το 1397 η Λάρισα μετά από μια πρόσκαιρη κατάληψή της από τους Οθωμανούς καταστρέφεται και ερημώνεται. Οι Βενετοί επιστρέφουν στο κάστρο το οποίο όμως περνά στην οθωμανική κυριαρχία από το 1463 μέχρι το 1686, οπότε και ανακαταλαμβάνεται από τους Ενετούς του Morosini. Περί το 1700 μια έκρηξη καταστρέφει τον κεντρικό κυλινδρικό πύργο του κάστρου που χρησιμοποιείτο ως πυριτιδαποθήκη και στη θέση του λίγο αργότερα κτίζεται ο σωζόμενος προμαχώνας. Η δεύτερη οθωμανική κατάκτηση πραγματοποιείται το 1715. Οι περιπέτειες του μνημείου θα συνεχιστούν κατά την περίοδο της Ελληνικής επανάστασης, με μάχες να διεξάγονται σε αυτό. Στις αρχές του 20ου αιώνα, ξεκινούν οι ανασκαφές του W. Vollgraff που αποκαλύπτουν κυρίως το εσωτερικό του.
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Ίχνη της μυκηναϊκής οχύρωσης (13ος αι. π.Χ.) σώζονται στην ακρόπολη του κάστρου, ενώ ογκώδη μονολιθικά αρχιτεκτονικά μέλη από τη μυκηναϊκή οχύρωση έχουν επαναχρησιμοποιηθεί στις μεταγενέστερες μεσαιωνικές οχυρώσεις.
Αν και ο χώρος δεν έπαψε να είναι σε χρήση από τους προϊστορικούς χρόνους έως το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η σημερινή μορφή του κάστρου αποκρυσταλλώθηκε στο Μεσαίωνα. Τα αρχαία τείχη, τμήματα των οποίων διακρίνονται ακόμα και σήμερα ενσωματωμένα στην μεταγενέστερη τοιχοποιία, αποτέλεσαν τον κύριο γνώμονα χάραξης της μεσαιωνικής οχύρωσης. Η οχύρωση απαρτίζεται από την ακρόπολη στην κορυφή και έναν εξωτερικό περίβολο. Τα τείχη ενισχύονται από πύργους, κατά κανόνα τρἰπλευρους ή τετράπλευρους. Αργότερα, από τον 15ο αιώνα με την έλευση των πυροβόλων, το κάστρο δέχεται μεγάλες επεμβάσεις και ενισχύεται με κυλινδρικούς πύργους.
Μέσα στην ακρόπολη, υπήρχε πιθανότητα το διοικητήριο και στρατιωτικές εγκαταστάσεις. Εκεί έχει εντοπιστεί εκκλησία της πρώτης χιλιετίας. Το 1174, στην θέση της κατασκευάστηκε μικρότερος ναός αφιερωμένος στην Παναγία. Στον εξωτερικό περίβολο αναπτύσσεται οικιστικός ιστός, ο οποίος παραμένει ανεξερεύνητος. Μεγάλες κινστέρνες (υδατοδεξαμενές) υπήρχαν και στους δύο περιβόλους του κάστρου. Η μορφή αυτή διατηρείται έως τα τέλη του 14ου αι., με ενισχύσεις και μικροεπεμβάσεις Βυζαντινών και Φράγκων και καθιστά την Λάρισα ένα από τα τέσσερα ισχυρότερα κάστρα της Πελοποννήσου, όπως αναφέρεται και στο Χρονικό του Μορέως.
Κατά τον 15ο αιώνα έγιναν εκτεταμένες εργασίες ενίσχυσης των οχυρώσεων ως αποτέλεσμα της αλλεπάλληλης εναλλαγής κυριάρχων του κάστρου μεταξύ Βενετών και Οθωμανών αλλά και των εξελίξεων στην οχυρωματική αρχιτεκτονική λόγω της έλευσης των πυροβόλων όπλων. Μεταξύ άλλων, κατασκευάζεται διατείχισμα που αποκόπτει το νότια τμήμα του εξωτερικού περιβόλου. Η εξωτερική οχύρωση ενισχύεται με μεγάλους κυλινδρικούς πύργους που φέρουν κανονιοθυρίδες. Το τείχος της ακρόπολης υπερυψώνεται και ενισχύεται με τρίπλευρους, τετράπλευρους κι έναν αμυγδαλόσχημο πύργο. Ταυτόχρονα, φράσσεται η βυζαντινή πύλη και κατασκευάζεται άλλη, λίγο δυτικότερα. Μετά τα μέσα του 15ου αι. κτίζεται ο, κατεστραμμένος σήμερα, εντυπωσιακός κυλινδρικός κεντρικός πύργος στη ΝΔ γωνία της ακρόπολης.
Κατά το 16ο αι. το τμήμα του εξωτερικού περιβόλου νότια του διατειχίσματος εγκαταλείπεται και ερημώνεται ενώ προστίθεται ένα προτείχισμα στα νότια της πύλης της ακρόπολης, δημιουργώντας έτσι μια εξωτερική αυλή. Στο ανατολικό άκρο του προτειχίσματος κατασκευάζεται διαβατικό με διπλή πύλη.